«Τη μνήμη των νεκρών της γενοκτονία του ελληνισμού της Μικράς Ασίας τίμησε η Μητρόπολη Βέροιας, όπως και άλλες Μητροπόλεις της χώρας μας.
Μικρασιάτης στην καταγωγή, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων κατά την εκφώνηση του πανηγυρικού της ημέρας υπενθύμισε σημαντικές αξίες και μηνύματα με αφορμή τη μνήμη των Μικρασιατών.
Όπως επισήμανε μεταξύ άλλων:
Ὁ Μικρασιατικός Ἑλληνισμός κλήθηκε νά σηκώσει ἕναν βαρύ καί ἀσήκωτο σταυρό. Κλήθηκε νά ὑπομείνει τούς διωγμούς καί τά ἐγκλήματα εἰς βάρος του. Κλήθηκε νά ἐγκαταλείψει μέ βίαιο τρόπο τόν τόπο του, τούς συγγενεῖς του καί νά δεῖ τά ὑπάρχοντά του νά λεηλατοῦνται καί νά καίονται.
Κλήθηκε νά περάσει ἀναρίθμητες ταλαιπωρίες καί κακουχίες, νά διέλθει κυριολεκτικά διά πυρός καί ὕδατος, γιά νά φθάσει στριμωγμένος σέ κάποιο πλοῖο ἤ σέ κάποια βάρκα μέ χιλιάδες ἄλλους πρόσφυγες σέ ἕνα λιμάνι, στά ἀπέναντι νησιά, στή Θεσσαλονίκη, στόν Πειραιᾶ, στήν Καβάλα ἤ κάπου ἀλλοῦ.
Μικρά παιδιά, γυναῖκες, ἡλικιωμένοι, ἄγνωστοι μεταξύ ἀγνώστων στόν ξένο γι᾽ αὐτούς τόπο, βρέθηκαν νά ἀναζητοῦν τούς συγγενεῖς τους, γιά νά ἀπαντήσουν μαζί τά ἀδυσώπητα ἐρωτήματα· καί τώρα ποῦ; ποῦ θά πᾶμε; τί θά κάνουμε;
Ἡ ἀγωνία γιά τή συνέχεια, συνδυασμένη μέ τίς εἰκόνες τῆς φρίκης πού ὁ καθένας ἀπό τούς πρόσφυγες ἔφερε μέσα στήν ψυχή καί στόν νοῦ του, δημιουργοῦσαν ἀφόρητο πόνο, πού εἶναι ἀδύνατο νά συλλάβουμε ἐμεῖς σήμερα· πόνο πού δέν μποροῦσαν νά τόν ἁπαλύνουν οὔτε τά δάκρυα οὔτε οἱ ἀναστεναγμοί· πόνο πού τόν ἐπέτεινε ἡ αἴσθηση τῆς ἀδικίας καί ἡ βιαιότητα τῆς βάρβαρης συμπεριφορᾶς πού ἀντιμετώπισαν, ἀλλά καί τῆς ἀδιαφορίας τῶν μεγάλων δυνάμεων γιά τήν τραγωδία πού ἐξελισσόταν καί μέ δική τους εὐθύνη στά παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας εἰς βάρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ καταστροφή τῆς Σμύρνης, τῆς πρωτεύουσας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἰωνίας, ἔγινε ἡ εἰκόνα καί τό σύμβολο τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς, καί ἡ ἡρωική καί μαρτυρική μορφή τοῦ ποιμενάρχου της, τοῦ ἱερομάρτυρος Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος «ποτέ ἀπό τό χρέος μή κινῶν», κατά τόν ποιητή, ἐνισχυόταν ἀπό τούς λόγους τούς ὁποίους τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶχε ὑπαγορεύσει στόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη. «Καί τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας γράψον· «μηδέν φοβοῦ ἅ μέλλεις πάσχειν … γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς».
Τό ψυχικό σθένος καί ἡ ἀπόλυτη ἀφοσίωση τοῦ ἡρωικοῦ αὐτοῦ ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος ὡς καλός ποιμήν καί ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἔθετε πάνω ἀπό ὅλα τή μέριμνα γιά τό ποίμνιό του, ἐνεθάρρυνε τούς πάντες.
Ἡ ἀποφασιστικότητά του, ἡ ἀντοχή του, ἡ ἄρνησή του νά ἀποδεχθεῖ τήν πρόταση τοῦ Ἀμερικανοῦ προξένου ἀλλά καί τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῶν Καθολικῶν νά ἐπιβιβασθεῖ στό ἀμερικανικό ἀντιτορπιλικό πού τόν περίμενε στήν προκυμαία τῆς Σμύρνης γιά νά διασωθεῖ, ἐνέπνεαν κληρικούς καί λαϊκούς καί στήριζαν τόν διωκόμενο Ἑλληνισμό.
Τό μαρτύριό του, μαρτύριο πολυήμερο, φρικτό καί ἀπάνθρωπο, μέ δημίους τόν ὄχλο, καί σκοπό τή βεβήλωση ἀκόμη καί τοῦ νεκροῦ του σώματος, τοῦ ἱεροῦ του σκηνώματος, ἀντίθετα σέ κάθε ἔννοια ἠθικῆς, συγκλονίζει καί θά συγκλονίζει γιά πάντα ὅσους μποροῦν νά διαβάσουν τήν ἱστορία μέ καθαρά μάτια καί ὄχι παραποιημένη μέσα ἀπό ἰδεολογικά κάτοπρα ἤ διαστρεβλωμένη σκόπιμα, ὅπως ἐπιχειρεῖ ἡ ἄλλη πλευρά τοῦ Αἰγαίου, καί ἀποτελεῖ τό ἀποκορύφωμα καί τό σύμβολο τῆς τεράστιας καταστροφῆς καί τῆς ἀπάνθρωπης γενοκτονίας, τήν ὁποία ὑπέμεινε ὁ Μικρασιατικός Ἑλληνισμός καί μάλιστα μέ φόντο τή φλεγόμενη ἑλληνική συνοικία τῆς Σμύρνης.
Ὅλα αὐτά, ὁ πόνος, οἱ ταλαιπωρίες, τό μαρτύριο, ὁ ξεριζωμός τόσων χιλιάδων ἀνθρώπων πού βρέθηκαν πρόσφυγες, ἀλλά καί οἱ καταστροφές, οἱ βεβηλώσεις, ἡ ἁρπαγή καί ἡ λεηλασία τῶν περιουσιῶν τῶν Ἑλλήνων, καί ἀκόμη οἱ δυσκολίες πού ἀντιμετώπισαν οἱ πατέρες καί οἱ μητέρες μας, ὅταν ἔφθασαν στήν Ἑλλάδα, σέ μία Ἑλλάδα πού δέν εἶχε προλάβει νά ἀνακάμψει ἀπό τούς συνεχεῖς πολέμους καί νά ὀργανωθεῖ ὡς κράτος, μεγάλο μέρος τοῦ ὁποίου εἶχε ἀπελευθερωθεῖ μόλις πρίν ἀπό 10 χρόνια, πρέπει νά μήν διαφεύγουν ποτέ τήν προσοχή μας, πολύ περισσότερο ὅμως φέτος, μέ τή συμπλήρωση 100 ἐτῶν ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή. Γιατί, ἄν θέλουμε νά μνημονεύουμε ὄντως τούς πατέρες καί τούς προγόνους μας, ἔχουμε χρέος νά μνημονεύουμε καί τῶν πόνων καί τῆς θυσίας τους.
Ἔχουμε χρέος νά θυμόμαστε τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους, πού ὄχι μόνο ἄντεξε νά περάσει μέσα ἀπό τή λαίλαπα τῆς καταστροφῆς καί μάλιστα μιᾶς ἄδικης καταστροφῆς, πού ὄχι μόνο ἄντεξε νά διαχειρισθεῖ αὐτό τό συλλογικό τραῦμα μέσα σέ ἐξαιρετικά δύσκολες συνθῆκες ἐδῶ στήν Ἑλλάδα, ἀλλά καί συνέβαλαν μέ τήν ἐργατικότητα, τήν εὐστροφία καί τήν ἀκατάβλητη δύναμη τῆς ψυχῆς τους νά οἰκοδομήσουν τό μέλλον τῶν παιδιῶν τους ἀλλά καί τό μέλλον τῆς Ἑλλάδας.
Ἡ καταστροφή ἔγινε γιά τούς πατέρες καί τίς μητέρες μας, τούς Μικρασιάτες Ἕλληνες, ἐφαλτήριο γιά νά ξαναδημιουργήσουν ὅσα ἔχασαν, καί ὁ πόνος τῆς τραγικῆς συμφορᾶς πού ἔζησαν, δύναμη γιά νά ὁλοκληρώσουν τό ἔργο τους.
Ἡ εὐγένεια καί ἡ ἀρχοντιά τους δέν ἔκανε τόν πόνο καί τόν καημό τους μόνο θρῆνο, πού τόν ἀποτύπωσε ἡ ποίηση καί τόν ἐξέφρασε ἡ μουσική, γιά νά τόν θυμόμαστε ὅλοι. Τόν ἔκανε ζωντανή ἀφήγηση γιά τίς ἀλησμόνητες πατρίδες πού τίς διατηρεῖ παροῦσες καί μέσα στίς δικές μας ψυχές 100 χρόνια ἀργότερα.
Ἡ φετινή ἐπέτειος τῶν ἑκατό χρόνων ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή εἶναι ἀνάγκη νά ἀποτελέσει γιά ὅλους μας, γιατί ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἀποτελοῦμε, ὅπως εὔστοχα εἰπώθηκε πρόσφατα, ἀπογόνους της, ἀφορμή γιά νά γνωρίσουμε τήν ἱστορία μας. Νά νιώσουμε τόν πόνο τῶν πατέρων καί τῶν μητέρων μας. Νά διδάξουμε αὐτή τήν ἱστορία καί στά παιδιά μας, στίς νεώτερες γενιές τῶν Ἑλλήνων. Ἡ ἱστορία εἶναι τό καλύτερο μάθημα γιά κάθε Ἔθνος καί πολύ περισσότερο γιά μᾶς τούς Ἕλληνες πού ἔχουμε τόσο μακρά καί σπουδαία ἱστορία.
Ἔχουμε χρέος ὅμως νά συνειδητοποιήσουμε καί τά λάθη πού μᾶς ὁδήγησαν σέ αὐτή τήν τεράστια συμφορά ἀλλά καί τά ἐλαττώματά μας πού συνέβαλαν στά λάθη μας. Γιατί ὡς Ἔθνος δέν ἔχουμε ἄλλα περιθώρια οὔτε γιά λάθη οὔτε γιά καταστροφές.
Ἔχουμε χρέος νά μνημονεύουμε πάντοτε καί τήν προσφορά τῆς Ἐκκλησίας, πού στήριξε τόν διωκόμενο Μικρασιατικό Ἑλληνισμό καί στή Μικρά Ἀσία καί στό ταξίδι τῆς προσφυγιᾶς καί στή συνέχεια ὅταν ἔφθασε στήν Ἑλλάδα, καί θυσιάσθηκε γι᾽ αὐτόν.
Κι ἔχουμε χρέος ὄχι μόνο νά θυμόμαστε τίς τραγικές αὐτές σελίδες τῆς ἱστορίας μας, ἀλλά καί νά ἀγωνιζόμαστε γιά νά μήν ξεχασθεῖ καί νά ἀναγνωρισθεῖ ὡς γενοκτονία, ὥστε νά μήν ἐπαναληφθεῖ ποτέ ξανά κάτι παρόμοιο».